Σελίδες

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

Οι Πομακοποιημένοι Βούλγαροι

Στρατολόγηση νέων χριστιανών ως γενίτσαρων
Μινιατούρα του Ματρακτσί Νασούχ Εφέντη, Σουλεϊμανναμέ 1558

Από την εφημερίδα "Τρουντ"
18.01.2019 • 09:00

Του καθηγητή Πλάμεν Παύλοβ
Μεταφράζει ο Ριτβάν Καρα-Χότζα

Ο Μιτχάτ Πασά λέει το 1878 ότι είναι γιοι της ίδιας χώρας, της ίδιας φυλής, του ίδιου έθνους

Το κράτος μας να σταματήσει την καθοδηγούμενη από ξένες δυνάμεις "πλύση εγκεφάλου"

Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης σκλαβιάς εκατοντάδες χιλιάδες Βούλγαροι αποχωρίζονται την πατρική τους πίστη, τα ονόματά τους, συγγενείς, ένα μέρος του εαυτού τους.  Η μοίρα τους αυτή τους κάνει «άλλους», παρότι ο μητρικός βουλγαρικός τους λόγος σώζεται συχνά, ενθυμούνται τις παλιές οικογένειες, έθιμα, τραγούδια...  Όπως είναι γνωστό τέτοιοι Βούλγαροι ζουν στα βουνά της Ροδόπης, στο Αιγαίο, στη Μακεδονία του Πιρίν και του Βαρδάρη, στην περιοχή του Τέτεβεν (ενίοτε από εκεί ως το Οριάχοβο του Δούναβη), στην Αλβανία, στο Κοσσυφοπέδιο.  Σε διάφορες χρονικές στιγμές μεγάλες ομάδες απ' αυτούς - όχι μόνο από τη Βουλγαρία, αλλά και από την Ελλάδα και τη Δημοκρατία της Μακεδονίας, μεταναστεύουν στην Τουρκία.  Μετά τους Κούρδους είναι μία από τις μεγαλύτερες  (και μη αναγνωρισμένες) μειονότητες στη νότιο γείτονά μας.  Τις περισσότερες φορές οι Βούλγαροι με ισλαμική πίστη, οι οποίοι διατηρούν τη μητρική τους γλώσσα, ονομάζονται Πομάκοι, αλλά και Αγριάνες, Τορμπέσοι, Γκοράνοι...  Η ετυμολογία του ονόματος "Πομάκοι" είναι αμφιλεγόμενη.  Μια από τις ερμηνείες είναι ότι οι πρόγονοί τους είχαν την ιδιότητα των «βοηθών» του κράτους, όπως είναι οι κατηγορίες των χριστιανών με στρατιωτικές υποχρεώσεις - ακρίτες (φρουροί), δερβενοφύλακες κ.ά.  Υπάρχει η άποψη ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν λάβει «αγαθά» (περιουσία), εξαιτίας της πιστής υπηρεσίας τους.  Πριν από έναν αιώνα και πλέον υπάρχει καταγεγραμμένη και η εκδοχή ότι γίνεται λόγος για «εξαναγκασμένους» να αλλάξουν την πίστη τους.  Όπως μπορούμε να δούμε, αυτές οι ερμηνείες δεν αποκλείουν η μία την άλλη.

Οι Βούλγαροι μουσουλμάνοι αναγνωρίζονταν ως Βούλγαροι και από τους ανώτατους αξιωματούχους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Ας θυμίσουμε το ειπωθέν το 1878 όχι από κάποιον άλλον, αλλά από τον Μιτχάτ Πασά: «Μεταξύ των Βουλγάρων υπάρχουν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο μουσουλμάνοι. Στον αριθμό αυτόν δεν περιλαμβάνονται ούτε οι Τατάροι ούτε οι Τσερκέζοι.  Αυτοί οι μουσουλμάνοι δεν έχουν έρθει από την Ασία για να εγκατασταθούν στη Βουλγαρία, όπως πιστεύεται ευρέως.  Είναι απόγονοι εκτουρκισμένων Βουλγάρων που ασπάστηκαν το Ισλάμ κατά τη διάρκεια της κατάκτησης και μετά απ' αυτή.  Αυτοί είναι γιοι αυτής της χώρας, της ίδιας αυτής φυλής, από το ίδιο έθνος...  Ανάμεσά τους υπάρχουν και τέτοιοι που μιλούν μόνο Βουλγαρικά...»  Ο μεγάλος Οθωμανός πολιτικός ήξερε τί έλεγε - το 1876 με πάθος ο ίδιος δηλώνει ότι οι σουλτάνοι έπρεπε να «εκτουρκίσουν» το σύνολο των Βουλγάρων, «...όπως εκτούρκισαν τους πατέρες μας...»

Αφού οι Οθωμανοί Τούρκοι κατέκτησαν τα βουλγαρικά εδάφη, οι χριστιανοί βρέθηκαν σε ένα κρατικό και νομοθετικό καθεστώς ξένο γι' αυτούς, όργανα ξένης προέλευσης, θρησκεία, νοοτροπία.  Στις διαδικασίες του εξισλαμισμού, παρά τις εύσχημες προφάσεις που αναδεικνύονται στα οθωμανικά έγγραφα, ο εξαναγκασμός κυριαρχεί.  Οι εκδηλώσεις βίας κατά του ατόμου, ιδιαίτερα των γυναικών και των παιδιών, αντικατοπτρίζονται σε χιλιάδες μαρτυρίες.  Μετά την αποκαλούμενη διαδικασία παλιγγενεσίας, ωστόσο, η θεωρία ότι η αποδοχή του Ισλάμ έγινε "οικειοθελώς" προωθείται όλο και περισσότερο.  Αν, ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις έχει υπάρξει λιγότερη αντίσταση, αυτή ήταν εκεί που κατά τον Μεσαίωνα κυριαρχούσε ο Βογομιλισμός.  Παρόμοια είναι και η εικόνα στη Βοσνία - οι σημερινοί Βόσνιοι, απόγονοι των Βογόμιλων, ασπάζονται το Ισλάμ.  Στις μεγάλες πόλεις και σε ορισμένες περιοχές, ειδικά στη βορειοανατολική Βουλγαρία, οι εξισλαμισμένοι δέχονται έντονη γλωσσική, βιοτική και ψυχολογική επίδραση.  Το αποτέλεσμα είναι η σταδιακή απώλεια της μητρικής γλώσσας, η αποδοχή της τουρκικής γλώσσας και συνείδησης.  Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι στη λαϊκή παράδοση η αποδοχή του Ισλάμ ισοδυναμεί με "εκτουρκισμό".

Πώς φτάνουμε όμως στον εξισλαμισμό των υπόδουλων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία χριστιανών και γιατί;  Σύμφωνα με τον γνωστό Τούρκο ιστορικό Μουσταφά Γκιοκμπιλγκίν: «Χρειάστηκε μεγάλο χρονικό διάστημα έως ότου τα χριστιανικά έθνη αναγκαστούν δια της βίας να ασπαστούν το Ισλάμ ή αναμονής για να γίνει σε εθελοντική βάση αυτό...  Την ίδια στιγμή ήταν αδύνατον Τούρκοι από την Ανατολία να μεταφερθούν και να εγκατασταθούν σε αυτά τα μέρη...  Το οθωμανικό στοιχείο στα Βαλκάνια δημιουργείται και εδραιώνεται, αφενός μέσω του δουλικού θεσμού, ιδίως των γενίτσαρων, αφετέρου - με την βίαιη αλλαγή της θρησκείας...»  Να τί είχε καταφέρει να δει το 1555 ο Hans Dernschwam: «οι Βούλγαροι δεν έχουν δικαίωμα να φορούν καλά ρούχα, κανείς δεν φέρει όπλα... Πρέπει να πηγαίνουν σε αγγαρεία σε απόσταση 50 ή 100 μιλίων και να πληρώνουν τέτοιους φόρους και δασμούς, ώστε να πεθάνουν από την πείνα... «Ας μην μιλήσουμε για τον φόρο "αίματος", που οδήγησε πολλές οικογένειες να αλλάξουν την πίστη τους, για να είναι τουλάχιστον στον άλλον κόσμο με τους γιους τους...  Το 1634 ο Henry Blount επισημαίνει: «οι χριστιανοί, εν τέλει, βλέποντας ότι είναι φτωχοί, αξιολύπητοι, συντεθλιμμένοι, ντροπιασμένοι, στερημένοι τα παιδιά τους, έρμαια της αυθάδειας του κάθε απατεώνα, αρχίζουν να ξανασκέφτονται και να προτιμούν αυτόν τον κόσμο εμπρός στο επέκεινα...  Αυτό κάνει χιλιάδες να στραφούν στον Μωαμεθανισμό.»

Θα επιστήσουμε την προσοχή σας σε μια ελάχιστα γνωστή περίπτωση που μαρτυρεί τη συνέχιση της εξισλαμιστικής πολιτικής ακόμη και τον 19ο αιώνα.  Το 2018 υπό την επιμέλεια της Πένκα Τσέρνεβα επανεκδόθηκε στο Λόβετς το πολύ ενδιαφέρον «Χειρόγραφο σύγγραμμα» του αρχιερέα Ευστάτη Ποπστέφανοβ με αναμνήσεις από το 1874 μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους.  Εδώ, όμως, θα επικεντρωθούμε στην αφήγηση του ιδίου σχετικά με τη γενέτειρα του, το χωριό Μπούνοβο, στην περιοχή της Σόφιας, πιο συγκεκριμένα για τους Μπαϊράμοβτσι.  Η μικρή τους κοινότητα αριθμούσε πέντε σπίτια (οικογένειες), «των οποίων οι κεφαλές ήταν:  ο Μεχμέτ πομάκ, η σύζυγός του Γκένα· ο Νεμπίν πομάκ, η σύζυγός του Λούλα· ο Ούσο πομάκ, η σύζυγός του Μπόνα· ο Βελία πομάκ, η σύζυγός του Νόνκα· ο Μέτο πομάκ, η σύζυγός του Ράντα...»  Οι Μπαϊράμοβτσι στα πάντα σχεδόν παρέμεναν συνδεδεμένοι με την παλιά πίστη.  «Στα σπίτια τους στο πιο εμφανές τιμητικό ανατολικό μέρος είχαν τοποθετήσει τα χριστιανικά καντηλάκια και εικόνες.  Και με τον πιο θερμό τρόπο όλοι τους υποδέχονταν τον πατέρα τους - ιερέα Στέφαν Νικόλοβ, όταν αυτός πήγαινε και ράντιζε τα σπίτια τους, ενώ εγώ σαν μικρό αγόρι κουβαλούσα το σκεύος με το αγιασμένο νερό... Και τις κόρες των Πομάκων του Μπούνοβο, αν και δεν ξεχώριζαν από την ενδυμασία και χόρευαν με αυτές των χριστιανών μέχρις ότου παντρευτούν, αυτές τις έπαιρναν για γυναίκες μόνο εξωτερικοί Τούρκοι από άλλες πόλεις και χωριά...»  Φυσικά, αυτοί οι «εξωτερικοί Τούρκοι» ήταν πάνω απ' όλα άνθρωποι με βουλγαρικό αίμα, οι οποίοι είχαν ασπαστεί το Ισλάμ γενιές ολόκληρες νωρίτερα.

Όλα δείχνουν ότι οι «Μπαϊράμοβτσι» από το Μπούνοβο ασπάστηκαν το Ισλάμ σχετικά πρόσφατα από τα μέσα του 19ου αιώνα.  Γιατί όμως αποκαλούνται με το όνομα της μεγάλης μουσουλμανικής γιορτής, το Μπαϊράμ;  Πιθανή απάντηση μας έχει αφήσει ο Εβλιγιά Τσελεμπί, ο οποίος το 1668 είδε το εξής:  «Όταν βγαίνουν από το τζαμί κατά τη διάρκεια του Μπαϊραμιού, αν την ημέρα εκείνη κάποιος άπιστος βγει έξω από το σπίτι, τον σκοτώνουν αμέσως.  Ωστόσο, στην εποχή μας, χωρίς να του δώσουν χρόνο, του κάνουν περιτομή και τον κάνουν μουσουλμάνο.  Αυτό είναι ένα σπουδαίο θέαμα...»  Ο Τούρκος περιηγητής μιλάει και για νέους, οι οποίοι λόγω οικογενειακών διενέξεων καταλήγουν παραπλανημένοι και ενάντια στις επιθυμίες των συγγενών τους να γίνονται μουσουλμάνοι.  «Τότε οι μουσουλμάνοι τούς εκθειάζουν, περιβάλλουν με φροντίδα αυτούς τους νεανίες, τους ντύνουν με τιμητικές ρόμπες και με πανηγυρικές πομπές και μουσική τους περιφέρουν στην πόλη...»  Αν πάλι αρνηθούν, τότε τους περιμένουν βασανιστήρια και θάνατος.  Τέτοιες ανθρώπινες τραγωδίες αντικατοπτρίζονται στις τύχες των λεγόμενων αγίων και νεομαρτύρων του 15ου - 19ου αιώνα - Γεωργίου Νέου Σόφιας, Προκοπίου Βάρνας, Ιωάννη Τυρνόβου, Ονουφρίου Γκάμπροβο, Ιγνατίου Στάρα Ζαγόρα...  Τραγική είναι η μοίρα της νεαρής κοπέλας Ζλάτα Μάγκλενσκα, μιας από τις περισσότερο τιμώμενες αγίους μας.  Στα τέλη του 18ου αιώνα απαγάγεται από εντόπιο μπέη, αλλά αρνείται να αλλαξοπιστήσει και δολοφονείται με τον πιο σαδιστικό τρόπο.  Πόσες κοπέλες και νεαρές γυναίκες όμως απήχθησαν και δεν άντεξαν;  Έχουμε το δικαίωμα να κρίνουμε αυτές τις Βουλγάρες;  Αυτές να κρίνουμε ή την απάνθρωπη ασιατική πρακτική που αψηφά ακόμα και τις επιταγές του Μωάμεθ;  Γεγονός είναι ότι κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι ίδιες οι τουρκικές αρχές υπό την πίεση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης προσπαθούν να σταματήσουν τους βίαιους «εκτουρκισμούς», αυτήν την εντύπωση τουλάχιστον θέλουν να περάσουν...  Να τί δηλώνει ο σουλτάνος ​​Αμπντούλ Μετζίτ στις 22 Ιανουαρίου του 1844:  «Κανείς από τους υποτακτικούς ραγιάδες της μεγάλης χώρας μου, χωρίς να έχει δώσει εκούσια τη συναίνεση του, δεν μπορεί να υποχρεωθεί με τη βία να δεχτεί τον Μωαμεθανισμό...  Εδώ και αρκετό καιρό σε ορισμένες περιοχές της αχανούς αυτοκρατορίας μου σε παράβαση των παραπάνω εντολών έχουν προκύψει περιστατικά επίμονου και βίαιου καταναγκασμού ατόμων να ασπαστούν το Ισλάμ παρά τη θέληση τους...»  Ο σουλτάνος, όμως, παρέλειψε να διευκρινίσει ότι η περίοδος αυτή κράτησε σχεδόν πεντακόσια χρόνια και ότι τα «προκύψαντα περιστατικά» ήταν γενική και πάγια πρακτική.

Στο παρελθόν οι μουσουλμάνοι επανειλημμένα έχουν γίνει αντικείμενο λανθασμένης πολιτικής και είναι καιρός να βρουν τη θέση τους ως αναπόσπαστο μέρος του σύγχρονου βουλγαρικού έθνους.  Γι' αυτό είναι πολύ ενθαρρυντική η δραστηριότητα του «Ιδρύματος Βουλγαρικής Μνήμης» και του Προέδρου της Δρα Μίλεν Βράμπεβσκι με τη νέα γενιά, της ανανεωμένης «Φιλοπατρίας» και άλλων μη κυβερνητικών οργανώσεων.  Αυτό δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση το βουλγαρικό κράτος να επιδείξει βούληση και να τερματίσει την καθοδηγούμενη από ξένες δυνάμεις «πλύση εγκεφάλου».  Και ας καταστεί αρκούντως σαφές ότι η μεταχείριση των δικών μας μουσουλμάνων ως ξένης «εθνικότητας» ή «μειονότητας» είναι ένα ηθικό έγκλημα κατά της Βουλγαρίας, αλλά και κατά των ιδίων των μουσουλμάνων.